Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

Αχιβάδα......!!!!!

Ξαναβρεθήκανε μετά τις διακοπές τους και τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις....
Της ήταν αρκετό να τον ακούει να μιλά για ένα σωρό πράγματα, να τον νοιώθει δίπλα της, η ανάσα του να γίνεται ένα με το φθινοπωρινό αεράκι που έμπαινε από τα ανοικτά παράθυρα του αυτοκίνητου, ανάμεικτο με την κολώνια του, που έφτανε στα ρουθούνια της σαν αέρινες αναπνοές μαζί με την μυρωδιά της θάλασσας....
Ο δρόμος σχεδόν έρημος, λιγοστά τα αυτοκίνητα που συνάντησαν...
Μονάχα οι προβολείς του αυτοκίνητου φώτιζαν το σκοτάδι. Κάπου ανάμεσα στα πεύκα ξεχώριζε μια μικρή ταλαιπωρημένη ταμπέλα που έδειχνε ένα μικρό μονοπάτι...
Έστριψε μαλακά και μπήκε στον χωματόδρομο διασχίζοντας ένα πυκνό δάσος από μεγάλα πεύκα, που τους έστελναν σε απανωτά κύματα τις μυρωδιές από την σάρκα τους ανάμεικτες με την αύρα της θάλασσας...




Κοιτάζοντας γύρω της αναρωτιόταν σε ποια άραγε ερημιά είχαν φτάσει?
Κάποια στιγμή οι προβολείς φώτισαν επιτέλους την παράλια...




Οδήγησε το αυτοκίνητο μαλακά όσο και προσεκτικά, μέχρι εκεί όπου άρχιζε η άμμος....
Άφησε το ράδιο να παίζει και λέγοντας της μονολεκτικά:
«Φτάσαμε...»


Περίεργη η χροιά της φωνής του....
Βγήκε και εκείνη λίγο μουδιασμένη, αρκετά απορημένη και περισσότερο πεινασμένη!
Εκείνος ατάραχος άνοιξε το πορτ-μπαγκάζ και έβγαλε ένα κουβέρλι και ένα πανέρι, και ακολούθησε την φωτεινή δέσμη των προβολέων μέχρι την ακροθαλασσιά.
Άπλωσε αμέσως το κουβέρλι στην άμμο, άνοιξε το πανέρι και ύστερα έβγαλε ένα φαναράκι και άναψε το κερί...




Επέστρεψε στο αυτοκίνητο, έσβησε τους προβολείς και την πήρε από το χέρι, καθώς στεκόταν ακίνητη όσο και περίεργη για όλο αυτό το σκηνικό.
Πέταξε τα παπούτσια του στην άκρη και κάθισε οκλαδόν κοιτάζοντας την θάλασσα σαν να ήθελε να εξοικειωθεί με το αμυδρό φως από το φαναράκι αλλά και με των αστερίων...
Κάθισε δίπλα του σιωπηλή.
Σαν κάτι να αναδεύτηκε μέσα στο μυαλό της. Μα γρήγορα το απεδίωξε.
Τίποτα δεν είχε φανερώσει τις διαθέσεις του, πέρα από το γενέθλιο δώρο του μια αχιβάδα στολισμένη σε ένα ασημένιο κύκλο και τις προφορικές ευχές!




Μέσα στην απόλυτη σιωπή της νύκτας, μονάχα το απαλό σκάσιμο των μικρών κυμάτων ακουγόταν σαν μουρμούρισμα νεράιδων!
Δεν χρειάστηκε πολύ να συνηθίσει η μάτια της.
Βρισκόταν σε μικρό ορμίσκο δεξιά και αριστερά ένα απέραντο δασός με τα ασάλευτα πεύκα και από πάνω τους ένας διαμαντένιος ουρανός, που τους έστελνε αχνές λάμψεις από την ομορφιά του...




«Ερχόμασταν συχνά εδώ με τους γονείς μου και κατασκηνώναμε...»
«Εδώ μάζεψα και την πρώτη αχιβάδα μου...»
Μια σταγόνα κατρακύλησε στην ραχοκοκαλιά της.
Περιέργως ένοιωσε απόλυτα ήρεμη, σαν την γαληνή και την σιωπή που προηγείται της καταιγίδας.
Δεν είπε απολύτως τίποτα...
Κατάλαβε μέσα της ότι ήταν η ώρα του.
Του την χάρισε.
Σήκωσε το αριστερό του χέρι και της έδειξε ανατολικά.
Ένα ολόγιομο φεγγάρι άρχισε να ανεβαίνει με ερωτική νωχέλεια, σκορπίζοντας την πρώτη μαγεία...
Σε λίγο όλος ο τόπος σκεπάστηκε με την ασημόσκονη της πανσελήνου...
Δέντρα, θάλασσα, αμμουδιά, όλα γέμισαν από το μαγικό χαμόγελο της Εκάτης που τους κοίταζε από ψηλά, στέλνοντας λάγνα μηνύματα.




Σηκώθηκε όρθιος και πήγε μέχρι το πρώτο κύμα, αδιαφορώντας αν βράχηκαν οι άκρες του παντελονιού του.
Κοίταζε ίσια μπροστά το ανοικτό πέλαγος....
Και ξαφνικά άρχισε να γδύνεται.
Ατάραχος σαν να έκανε το φυσικότερο πράγμα του κόσμου.
Άφηνε τα ρούχα του να πέφτουν το ένα μετά το άλλο, εκεί στην άκρη της θάλασσας, μέχρι που έμεινε σαν τον Αδάμ στον Παράδεισο!
Άναυδη τον παρακολουθούσε και όση ηρεμία και γαληνή υπήρχε γύρω της, τόση ήταν και η θύελλα που είχε ξεσπάσει στο κορμί της.
Τον κοίταζε άφωνη και αποσβολωμένη, κοίταζε αυτό το κορμί που τόχε λατρέψει ντυμένο, και τώρα που το έβλεπε ολόγυμνο, της έφερε όχι μόνο ταραχή αλλά και έναν ερωτικό ίλιγγο.
Μα εδώ δεν υπήρχε ένα άγαλμα, αλλά μια πάλλουσα σάρκα...
Εκείνος έκανε αργά δυο-τρία βήματα μέσα στο νερό και στάθηκε ακίνητος, λες και ήθελε να εξοικειωθεί με την δροσιά του νερού...
Σήκωσε τα χέρια του ψηλά και τεντώθηκε σαν τόξο.




Της φάνηκε πως τα ακροδάχτυλα του έφτασαν τα αστέρια.
Και τότε γύρισε προς το φεγγάρι και έριξε προς τα πίσω το κεφάλι του.
Έμοιαζε σαν να έστελνε στην πανσέληνο τα πιο ερωτικά του φιλιά, τις πιο δυνατές ερωτικές προκλήσεις του κορμιού του...
Ήταν ένα θαύμα ομορφιάς και της ήρθαν δάκρυα στα μάτια, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει-αν ήταν από αυτό που έβλεπε ή από τις δικές της προσμονές-.
Γύρισε προς το μέρος της και της άπλωσε το χέρι του...
Πρόσκληση και πρόκληση, παράκληση και προσμονή σε κείνο το ασημένιο χέρι που την καλούσε.
Μαζί είδε και την τεραστία ένταση του κορμιού του, έτσι όπως διαγραφόταν μέσα στην χρυσόσκονη της μαγείας!
Επιτέλους την καλούσε στην αγκαλιά του και στο έρεβος!
Μηχανικά γδύθηκε χωρίς να σκέφτεται παρά μόνο πως θα βρεθεί μέσα στα χέρια του το συντομότερο δυνατό.
Ήταν μεθυσμένη από το νέκταρ του ερωτά του...που λαχταρούσε τόσο καιρό!
Και τώρα πια είχε έρθει η ώρα να χάσει τον εαυτό της, παραδομένη σε τούτη την απρόσμενη μέθη!
Έφτασε στην ακροθαλασσιά...
Εκείνος την πλησίασε, έσκυψε και την πήρε στην αγκαλιά του...
Σιωπηλός με αργά βήματα σαν να βρισκόταν σε κάποια ιερή τελετή, προχώρησε μέσα στο νερό.
Μέχρι που θάλασσα και φεγγάρι, κορμιά και νύχτα έγιναν ένα...
Απαλά, γεμάτος λατρεία, έσκυψε και της έδωσε το πρώτο του φιλί...
Ένοιωσε το τρέμουλο της σάρκας του σαν το πρώτο ωστικό κύμα...
Την πήρε με λατρεία όση και ένταση, που θάρρεψε πως θα έχανε το λογικό της.




Και μετά, έσβησαν όλα...
Η απόλυτη λησμονιά που φέρνει ο Ερωτάς...
Παραδομένη στα δυο του χέρια που την οδηγούσε σε μαγικούς κόσμους τον έναν μετά τον άλλο, δεν ήξερε αν ονειρευόταν ή αν ζούσε αυτές τις μοναδικές στιγμές που τόσες και τόσες φορές είχε ονειρευτεί στον ύπνο και τον ξύπνιο της....
Ήταν ένας έρωτας σαν τούτη την θάλασσα, απέραντος, μελωμένος σαν το νέκταρ των Θεών, ατελείωτος και μακρόσυρτος σαν τραγούδι των σειρήνων...
Τα βογκητά τους δεν ήταν παρά οι ερωτικές κραυγές των αστεριών....
Ξαπόστασαν σαν η σελήνη είχε φτάσει σχεδόν πάνω από τα κεφάλια τους!
Ότι πιο συναρπαστικό, ότι πιο μαγικό μόλις το είχαν ζήσει, εκεί μέσα στην φιλόξενη αγκαλιά της θάλασσας....




Αυτή ήταν η αρχή του έρωτά τους, μια αρχή που ποτέ δεν θα ξεχνούσαν ούτε αυτός ούτε αυτή...

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Ελλήνιδα Μάνα....



Χτυπάει το τηλέφωνο.
Η Ελληνίδα μάνα το σηκώνει κι ακολουθεί ο εξής διάλογος:

Ελληνίδα Μάνα: Ναι;
Κόρη: Γεια σου μαμά. Μπορείς να μου κρατήσεις τα παιδιά απόψε;
Ελληνίδα Μάνα: Θα βγεις;
Κόρη: Ναι.
Ελληνίδα Μάνα: Με ποιον;
Κόρη: Μ' ένα φίλο.
Ελληνίδα Μάνα: Ειλικρινά δε μπορώ να καταλάβω γιατί άφησες τον άντρα σου. Τόσο καλό παιδί!
Κόρη: Δεν τον άφησα εγώ, ΑΥΤΟΣ με άφησε!
Ελληνίδα Μάνα: Τον άφησες να σε αφήσει και τώρα βγαίνεις έξω με τον καθένα.
Κόρη: Δε βγαίνω με τον καθένα. Μπορώ να σου φέρω τα παιδιά;
Ελληνίδα Μάνα: Εγώ δε σ' άφησα ποτέ για να βγω έξω με κανέναν άλλο, παρά μόνο με τον πατέρα σου.
Κόρη: Ναι, αλλά έκανες ένα σωρό πράγματα που δεν τα κάνω εγώ.
Ελληνίδα Μάνα: Τώρα τι υπονοείς;
Κόρη: Τίποτα. Θέλω απλά να μου πεις αν μπορείς να κρατήσεις τα παιδιά απόψε.
Ελληνίδα Μάνα: Θα περάσεις τη νύχτα μαζί του; Τι θα πει ο άντρας σου άμα το μάθει;
Κόρη: Ο ΠΡΩΗΝ άντρας μου εννοείς! Δε νομίζω πως θα τον νοιάξει. Από τότε που έφυγε από το σπίτι, αμφιβάλλω αν κοιμήθηκε ποτέ μόνος!
Ελληνίδα Μάνα: Άρα λοιπόν θα κοιμηθείς στο σπίτι αυτουνού του χαμένου;
Κόρη: Δεν είναι χαμένος.
Ελληνίδα Μάνα: Όποιος άντρας βγαίνει με μια χωρισμένη με παιδιά είναι χαμένος και παράσιτο.
Κόρη: Κοίτα, δε θα το συζητήσω. Να τα φέρω τα παιδιά από κει ή όχι;




Ελληνίδα Μάνα: Άμοιρα παιδάκια μου με τέτοια μάνα.
Κόρη: Τι εννοείς με ΤΕΤΟΙΑ μάνα;;;
Ελληνίδα Μάνα: Χωρίς σταθερότητα. Εμ, γι' αυτό έφυγε ο άντρας σου.
Κόρη: Μα ακούς τι λες; Είσαι απαράδεκτη! Δε ντρέπεσαι!
Ελληνίδα Μάνα: Μη μου φωνάζεις εμένα! Πάω στοίχημα ότι κι αυτουνού του χαμένου έτσι του φωνάζεις!
Κόρη: Μπα, τώρα ανησυχείς για τον χαμένο;
Ελληνίδα Μάνα: Ααα, βλέπεις που το παραδέχεσαι πως είναι χαμένος; Το ήξερα εγώ!
Κόρη: Μαμά κλείνω.
Ελληνίδα Μάνα: Κάτσε παιδί μου! Μη κλείνεις! Τι ώρα θα μου φέρεις τα παιδιά;
Κόρη: Ούτε θα σου τα φέρω, ούτε θα βγω έτσι που μ' έσκασες!
Ελληνίδα Μάνα: Μα βρε παιδάκι μου, άμα δε βγαίνεις ποτέ έξω, πώς θα γνωρίσεις κανένα καλό παιδί;

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

Δαχειριση Θυμου.....



Για όλους εσάς που ενίοτε βιώνετε μια άσχημη μέρα ,
και απλά θέλετε να τα χώσετε σε κάποιον, μην το κάνετε σε κάποιον γνωστό σας,
αλλά σε κάποιον άγνωστο.
Καθόμουν στο γραφείο μου μια μέρα,
όταν ξαφνικά θυμήθηκα ότι είχα ξεχάσει να κάνω ένα τηλεφώνημα.
Βρήκα το νούμερο του τηλεφώνου και το κάλεσα.
Ένας άντρας από την άλλη άκρη της γραμμής απάντησε λέγοντας «Εμπρός?».
Πολύ ευγενικά του είπα ότι είμαι ο Θωμάς Φιλίππου, και ότι ήθελα να μιλήσω με την Έλενα"
Ξαφνικά κατάλαβα ότι μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα.
Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι κάποιος άνθρωπος θα μπορούσε να είναι τόσο αγενής.
Τελικά βρήκα το σωστό νούμερο της Έλενας, και της τηλεφώνησα.
(Είχα κάνει λάθος στα δύο τελευταία ψηφία).
Αφού τα είπαμε, έκλεισα το τηλέφωνο και αποφάσισα να ξανακαλέσω το λάθος νούμερο.
Όταν ο ίδιος τύπος απάντησε, του φώναξα « είσαι πολύ μαλάκας» και έκλεισα το τηλέφωνο με δύναμη.
Σημείωσα το νούμερο στην ατζέντα μου καταχωρώντας τον με το όνομα «μαλάκας» και την έβαλα στο συρτάρι μου.
Κάθε δύο εβδομάδες περίπου όταν μού έρχονταν οι λογαριασμοί ή είχα πραγματικά μια άσχημη μέρα συνήθιζα τον παίρνω τηλέφωνο και να του φωνάζω «είσαι πολύ μαλάκας». Κάθε φορά που το έκανα μου έφτιαχνε τη διάθεση.
Όταν κάποτε έκανε την εμφάνιση της η υπηρεσία αναγνώρισης κλήσεων, σκέφτηκα ότι έπρεπε να σταματήσω τα «θεραπευτικά » τηλεφωνήματα στον «μαλάκα».
Έτσι τον πήρα ξανά τηλέφωνο και του είπα :
«Γεια, είμαι ο Γιάννης Δημητρόπουλος από την τηλεφωνική εταιρεία και θα ήθελα να σας ρωτήσω αν γνωρίζετε σχετικά για την νέα υπηρεσία αναγνώρισης κλήσεων".
Εκείνος μου φώναξε « ΟΧΙ!» και μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα.
Τον ξανακάλεσα αμέσως και του απάντησα « πως να το ξέρεις αφού είσαι μαλάκας».
Μια μέρα, καθώς πήγαινα στο μαγαζί και ετοιμαζόμουν να παρκάρω το αυτοκίνητο μου στο parking, ένας τύπος με μια μαύρη BMW μου έκλεισε το δρόμο και μου πήρε τη θέση, που τόσο υπομονετικά περίμενα, για να παρκάρω το αυτοκίνητο μου.
Κορνάρισα και του φώναξα ότι αυτή η θέση ήταν δική μου, καθώς ήμουν εκεί πολύ πριν από αυτόν.
Ο κόπανος, επιδεικτικά με αγνόησε, αλλά για καλή μου τύχη πρόσεξα, ότι στο πίσω τζάμι του αυτοκινήτου, υπήρχε ένα «ΠΩΛΕΙΤΑΙ».
Χωρίς δεύτερη σκέψη πήρα το στυλό και σημείωσα το τηλέφωνο του.
Δύο μέρες αργότερα, και αφού είχα καλέσει τον «πρώτο μαλάκα» (τώρα, είχα βάλει το τηλέφωνο του στην αυτόματη κλήση), μου ήρθε η ιδέα να καλέσω και τον μαλάκα με τη BMW.
Τηλεφώνησα και μία φωνή απάντησε « Εμπρός?».
« Είστε αυτός που πουλάει μια μαύρη BMW» του λέω.
« Ναι, ακριβώς» μου απαντάει.
«Μήπως μπορείτε να μου δώσετε την διεύθυνση σας για να έρθω να δω το αυτοκίνητο από κοντά» τον ρωτάω.
« Βεβαίως, μένω στη οδό Ελ.Βενιζέλου 28.. Είναι ένα κίτρινο σπίτι, και ακριβώς απ' έξω είναι παρκαρισμένο το αυτοκίνητο " .
"Και πώς λέγεστε?" τον ρώτησα.
"Το όνομα μου είναι Μάρκος Δρόσος," απάντησε.
" Ποια είναι η πιο κατάλληλη ώρα για να περάσω από εκεί, Μάρκο?"
" Φτάνω στο σπίτι γύρω στις 5 το απόγευμα." μου απαντάει.
"Ακου, Μάρκο, μπορώ να σου πω κάτι ?"
" Ναι ?"
" Μάρκο, είσαι μαλάκας!"
Το έκλεισα και αποφάσισα να βάλω και το δικό του τηλέφωνο στη αυτόματη κλήση.
Τώρα, όποτε αντιμετώπιζα κάποιο πρόβλημα, είχα 2 μαλάκες να καλώ.
Ωστόσο, μετά από κάποιους μήνες αλλεπάλληλων τηλεφωνημάτων και στους 2 μαλάκες, συνειδητοποίησα, ότι δεν μου έδινε την ίδια χαρά όπως παλιά.
Μια μέρα τηλεφώνησα στον μαλάκα #1.
"Γεια ""Είσαι μαλάκας!" ( αλλά δεν το έκλεισα αυτή τη φορά)
" Είσαι ακόμα στη γραμμή?" με ρώτησε.
"Φυσικά," απάντησα.
"Σταμάτα να μου τηλεφωνείς," μου φώναξε ουρλιάζοντας.
" Ανάγκασε με " του απάντησα ..
" Ποιος είσαι ρε ?" με ρώτησε .
" Λέγομαι Μάρκος Δρόσος."
" Αλήθεια ?
Και που μένεις ρε πούστη?"
" Μένω στην οδό Ελ.Βενιζέλου 28, μαλάκα ....
Είναι ένα κίτρινο σπίτι και ακριβώς μπροστά είναι παρκαρισμένη μια μαύρη BMW ".
Τότε μου λέει,
" Έρχομαι από εκεί τώρα!! Γαμιόλη, καλά θα κάνεις να αρχίσεις να προσεύχεσαι.
Του λέω, " Ναι, τώρα φοβήθηκα, μαλάκα!"
Έπειτα, πήρα τηλέφωνο τον μαλάκα # 2.
"Εμπρός?" απάντησε.
" Γεια σου μαλάκα" του λέω.Τότε εκείνος φώναξε, " Αν μάθω ποιος είσαι...."
" Τι θα κάνεις?" του απάντησα.
" Θα σου κόψω το κώλο" μου ξεκαθάρισε.
Τότε απάντησα, " Λοιπόν μαλάκα, να η ευκαιρία που έψαχνες. Έρχομαι τώρα σπίτι σου!"
Έκλεισα το τηλέφωνο και πήρα αμέσως την Αστυνομία, λέγοντας ότι ετοιμαζόμουν να σκοτώσω το gay εραστή μου, ο οποίος μένει στη Ελ.Βενιζέλου 28.
Στη συνέχεια, πήρα τηλέφωνο το Alter και τους ανέφερα για ένα ερωτικό έγκλημα, που γινόταν εκείνη τη στιγμή στη Ελ.Βενιζέλου 28.
Μπήκα γρήγορα στο αυτοκίνητο μου και κατευθύνθηκα στη Ελ.Βενιζέλου 28,.
Όταν έφτασα εκεί είδα 2 μαλάκες να πλακώνουν αλύπητα ο ένας τον άλλο, μπροστά σε 6 περιπολικά, 1 ελικόπτερο της Αστυνομίας και τις κάμερες του Alter.
Τώρα πραγματικά αισθανόμουν καλύτερα .

Να προσέχετε λοιπόν που δίνεται τα τηλ σας και το ονοματεπώνυμο σας....